- ἐπικατηγορία
- ἐπι-κατ-ηγορία, ἡ, u. ἐπι-κατ-ηγόρησις, ἡ, die hinzugefügte Bestimmung
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
επικατηγορία — ἐπικατηγορία, ἡ (Α) προσηγορία, ονομασία, χαρακτηρισμός … Dictionary of Greek
ἐπικατηγορίας — ἐπικατηγορίᾱς , ἐπικατηγορία further predication fem acc pl ἐπικατηγορίᾱς , ἐπικατηγορία further predication fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)